Μήνυμα τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου γιὰ τὴν Κυριακὴ ΙΓ΄ Λουκᾶ

Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στὸν πλούσιο νέο, ὁ ὁποῖος πλησίασε τὸν Χριστὸ ρωτῶντάς Τον: «Κύριε, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;». Ἡ ἀπάντηση ἦταν σαφής: «Γνωρίζεις τὶς ἐντολές. Φρόντισε νὰ τὶς κάνεις πράξη στὴ ζωή σου». Ὡστόσο, ὁ νέος δὲν εὐχαριστήθηκε ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, λέγοντας ὅτι τὶς ἐντολὲς τὶς ἐφαρμόζει ἀπὸ μικρὸ παιδί. Παρὰ ταῦτα, αἰσθανόταν κενὸ στὴν ψυχή του. Τὸ κενὸ αὐτὸ θέλησε ὁ Κύριος νὰ τὸ γεμίσει, προτρέποντάς τον: «Πώλησε ὅλα σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ μοίρασέ τα στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀκολούθησέ με». Λυπήθηκε, τότε, ὁ νέος, διότι ἦταν πολὺ πλούσιος, καὶ ἔκανε πίσω. Τὰ πλούτη εἶχαν ἀρπάξει ἀπὸ αὐτὸν τὸ πολυτιμότερο ὅλων τῶν ἀγαθῶν, τὴν ἐλευθερία. Γιὰ αὐτὸ ὁ Κύριος, ἡ πηγὴ τῆς σοφίας εἶπε ὅτι «εὐκολώτερα τὸ χοντρὸ καραβόσκοινο θὰ διέλθει ἀπὸ τὴν τρύπα τῆς βελόνας, παρὰ ὁ πλούσιος θὰ εἰσέλθει στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».
Ἡ εὐαγγελικὴ αὐτὴ ἱστορία εἶχε προηγηθεῖ ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο τὴν δωδεκὰτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, δὲν θὰ κάνω ἐκτενῆ ἀναφορὰ σὲ αὐτό, ἀλλὰ βάσει αὐτοῦ θὰ ἐκφράσω ὁρισμένους προβληματισμούς.
Εἴδαμε ὅτι ὁ πλούσιος νέος ἀκολουθοῦσε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ πολὺ μικρός. Ἐντούτοις, ἔμεινε ἔξω ἀπὸ τὴν χορεία τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ περιστατικὸ θυμίζει τὸ λεγόμενο ἀπὸ τὸν Χριστὸ ὅτι στὴν Δευτέρα Παρουσία πολλοὶ θὰ Τοῦ ποῦν: «Κύριε, ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομά σου δὲν προφητεύσαμε, δὲν βγάλαμε δαιμόνια, δὲν κάναμε σημεῖα πολλά;». Ἐκεῖνος, ὅμως, θὰ τοὺς ἀπαντήσει: «Ποτὲ δὲν σᾶς γνώρισα. Φύγετε ἀπὸ κοντά μου οἱ ἐργάτες τῆς ἀνομίας». Τὸ ἀντιλαμβάνεστε, ἀδελφοί μου; Νὰ εἶναι κάποιος ὅλη τὴν ζωή του μέσα στὴν Ἐκκλησία, νὰ κάνει μέχρι καὶ θαύματα, ἀλλὰ ὅταν βρεθεῖ ἀπέναντι ἀπὸ τὸν Χριστό νὰ ἀκούσει: «Δὲν σὲ γνωρίζω». Γιατί συμβαίνει αὐτό;
Διότι πολλὲς φορὲς ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ ξεφεύγουμε ἀπὸ τὴν οὐσία τῆς πίστης μας καὶ κολλᾶμε στὸν τύπο. Ὁ πλούσιος νέος ἀποχώρησε ἀπὸ τὸν Κύριο, διότι ὅλη τὴν ζωή του τυπικὰ τηροῦσε τὶς ἐντολές. Τηροῦσε τὶς ἐντολὲς ἐπειδὴ μάλλον αὐτὴ ἦταν ἡ παράδοση τοῦ περιβάλλοντός του καὶ ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς ψυχικῆς του ἀνάγκης. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, παρέμενε πνευματικὰ στάσιμος. Ἔβλεπε ὅτι δὲν προοδεύει καὶ αἰσθανόταν ὅτι τοῦ λείπει αὐτὸ τὸ «κάτι» τὸ ὁποῖο θὰ τοῦ προξενοῦσε τὴν ποθητὴ συναισθηματικὴ πληρότητα. Πόσες φορὲς δὲν συμβαίνει κάτι ἀνάλογο μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν; Πηγαίνουμε κάθε Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία, νηστεύουμε στὶς διατεταγμένες νηστεῖες, κάνουμε προσευχή, τηροῦμε καὶ τὶς ἐντολές, ἀλλὰ βλέπουμε ὅτι δὲν ὑπάρχει πρόοδος. Μήπως, στὴν πραγματικότητα, εἴμαστε τυπολάτρες; Αὐτὸ θὰ τὸ διαπιστώσουμε ἂν ἀπαντήσουμε μὲ εἰλικρίνεια στὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Ἐφαρμόζουμε τὸν τύπο ὡς μέσο γιὰ νὰ προσεγγίσουμε τὴν οὐσία, ἢ ὡς σκοπό, γιὰ χάρη τοῦ ὁποίου θυσιάζουμε τὴν οὐσία;». Ἡ οὐσία τοῦ Χριστιανισμοῦ βρίσκεται στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη, ὅμως, εἶναι ὁ δύσκολος δρόμος καὶ ἐπειδὴ οἱ περισσότεροι δὲν θέλουν τὰ δύσκολα, ἐπιλέγουν τὸν εὔκολο δρόμο, τὴν τήρηση τοῦ τύπου, νὰ εἶναι, δηλαδή, φαινομενικὰ χριστιανοί. Ὅταν μάλιστα δοῦν κάποιες φορὲς τὸν τύπο νὰ τίθεται στὴν ἄκρη χάρη στὴν λεγόμενη «Οἰκονομία», χάρη στὴν ἀγάπη, τότε σκανδαλίζονται. Ἐκεῖνος ποὺ κοιτάει νὰ σώσει τὴν ψυχή του, βλέπει μόνο τὰ σφάλματά του καὶ δὲν σκανδαλίζεται.