Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, στολισμένη καὶ ἀγαλλομένη, τιμᾶ τὴν σύναξη πάντων τῶν ἀληθινῶν της τέκνων, ὅλων ὅσοι τίμησαν καὶ λάτρευσαν τὸν Θεὸ εἰλικρινά, ἐπωνύμων, ἀνωνύμων, Ἀποστόλων, Προφητῶν, Ἱεραρχῶν, Μαρτύρων, Ὁσίων καὶ Δικαίων. Μία ἑβδομάδα μετὰ τὴν φανέρωση τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τιμοῦμε ὅλους ἐκείνους ποὺ συγκροτοῦν τὴν οὐράνια Ἐκκλησία, τοὺς Ἁγίους μας.
Οἱ Ἅγιοι Πάντες ἀποτελοῦν τὰ καθημερινά μας στηρίγματα. Μὲ τὴν πρεσβεία τους κρατιόμαστε στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων, παρὰ τὰ προβλήματα τῆς καθημερινότητας. Ἀποτελοῦν τοὺς ἀληθινούς μας φίλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι πάντα πρόθυμοι νὰ μᾶς συμπαρασταθοῦν στὶς δυσκολίες, πάντοτε θὰ μᾶς συμβουλεύσουν γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καὶ ποτὲ δὲν θὰ μᾶς προδώσουν. Τέλος, ἀποτελοῦν τοὺς λαμπροὺς ὁδοδεῖκτες μας. Αὐτοὺς τιμοῦμε σήμερα.
Βεβαίως, ἡ ἀληθινὴ τιμὴ τῶν Ἁγίων δὲν περιορίζεται στὸ σήμερα, στὶς ψαλμωδίες καὶ στὶς γιορτινὲς τράπεζες. «Τιμὴ Μάρτυρος, μίμησις Μάρτυρος» καὶ κατ’ ἐπέκτασιν τοῦ κάθε Ἁγίου, μᾶς διδάσκει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος. Τὸ γεγονὸς ὅτι ἔχουμε τοὺς Ἁγίους, τοὺς ὁποίους μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε γιὰ νὰ γίνουμε Ἅγιοι, πρέπει νὰ τὸ θεωροῦμε μεγάλη εὐλογία, διότι ἂν εἴχαμε μόνο τὸν Δεσπότη Χριστὸ νὰ μιμηθοῦμε, πολλοὶ θὰ προφασίζονταν ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι Θεός, ἐνῶ ἐμεῖς χοϊκοὶ ἄνθρωποι, ἀδύναμοι νὰ ἀνταποκριθοῦμε στοὺς νόμους ποὺ χάραξε. Τώρα, ὅμως, δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ πρόφαση, διότι καὶ οἱ Ἅγιοι χοϊκοὶ ἄνθρωποι ἦταν καὶ ὅμως κατάφεραν μὲ τὸ χοϊκό τους σῶμα νὰ κατακτήσουν τὸν Οὐρανό. Πῶς κατάφεραν αὐτὸν τὸν ὑψηλὸ στόχο καὶ πῶς διακρίθηκαν ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους κερδίζοντας τὸν χαρακτηρισμὸ «Ἅγιοι»;
Ἀρχικά, πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι Ἅγιοι γίναμε ὅλοι ὅσοι βαπτισθήκαμε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δυστυχῶς, ὅμως, τὴν ἁγιότητα τὴν χάνουμε στὴν πορεία τῆς ζωῆς μας μὲ τὶς ἁμαρτίες μας. Αὐτό, λοιπόν, ποὺ κατάφεραν οἱ Ἅγιοι εἶναι νὰ διατηρήσουν τὴν Ἁγιότητα καὶ ἂν ποτὲ συνέβη νὰ μολυνθοῦν ὡς ἄνθρωποι, προσέτρεχαν στὸ δεύτερο Βάπτισμα, στὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως.
Μετὰ τὸ Βάπτισμα -ποὺ ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ τῆς ἁγιότητας- τὴν θέση παίρνει ἡ ὁμολογία, γιὰ τὴν ὁποία ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Μᾶς λέει ὁ Κύριος: ἐκεῖνον ποὺ θὰ μὲ ὁμολογήσει ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, θὰ τὸν ὁμολογήσω κὶ ἐγὼ μπροστὰ στὸν Οὐράνιο Πατέρα, ἐνῶ ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἀρνηθεῖ, θὰ τὸν ἀρνηθῶ κὶ ἐγώ. Ὁ Χριστὸς ζητᾶ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς νὰ εἴμαστε Χριστιανοὶ ὄχι μόνο στὰ λόγια, ἀλλὰ καὶ στὶς πράξεις. Ὅταν κάνει λόγο γιὰ ὁμολογία δὲν ἐννοεῖ μόνο τὴν ὁμολογία ἐνώπιον τῶν τυράννων. Μποροῦμε νὰ ὁμολογήσουμε τὴν πίστη μας μέσα ἀπὸ καθημερινές, ἁπλὲς πράξεις: συμμετέχοντας στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, προσευχόμενοι στὸ σπίτι μας, διατηρῶντας ἄσβεστο τὸ καντήλι στὰ εἰκονίσματα, θυμιάζοντας, κάνοντας τὸν Σταυρό μας ἔξω ἀπὸ τὸν Ναό, ἀρνούμενοι νὰ συμμετάσχουμε σὲ ὅ,τι παραβαίνει τὶς ἀρχές μας. Ὅλα αὐτά, ὅμως, ὄχι γιὰ τὰ μάτια τοῦ κόσμου, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη κρύβεται μέσα στὴν ἀληθινὴ ὁμολογία τὴν ὁποία, δυστυχῶς, πολλοὶ ἔχουν παρερμηνεύσει. Οἱ Ἅγιοι ὁδηγήθηκαν στὴν ὁμολογία ὡς ἀληθινοὶ ἐκφραστὲς τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου. Δὲν ἔκαναν ὁμολογία γιὰ νὰ φανοῦν καλύτεροι ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους. Ἡ ὁμολογία εἶναι κάτι τὸ ἱερὸ καὶ δὲν σχετίζεται μὲ τοὺς μωρολογητὲς τῶν ἡμερῶν μας. Αὐτοί, γιὰ τὸ καλὸ τῆς ψυχῆς τους, πρέπει νὰ ἀνατρέξουν στὸν ὄντως ὁμολογητή, Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, ὁ ὁποῖος λέει: πρῶτα πρέπει νὰ καθαρισθοῦμε πνευματικὰ καὶ ἔπειτα νὰ καθαρίσουμε τοὺς ἄλλους. Ἡ μεγαλύτερη ὁμολογία δὲν εἶναι νὰ μάθουν οἱ πάντες ὅτι εἴμαστε Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ; Πῶς θὰ τὸ μάθουν αὐτό; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴ δίνει ὁ ἴδιος ὁ Θεός: ὅταν ἔχουμε ἀγάπη ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλο («ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστέ, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»).
Στὴ συνέχεια τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος ὁ Χριστὸς ἀναφέρει ἄλλο ἕνα χαρακτηριστικὸ τὸ ὁποῖο εἶχαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι καὶ καλούμαστε νὰ ἀποκτήσουμε κὶ ἐμεῖς∙ αὐτὸ εἶναι ἡ προθυμία νὰ θυσιάσουμε τὰ πάντα, ἀκόμη καὶ τὸν ἴδιο μας τὸν ἑαυτό, γιὰ τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος λέει: ἐκεῖνος ποὺ θὰ ἀγαπήσει τὸν πατέρα ἢ τὴν μητέρα του, ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο περισσότερο ἀπὸ ὅσο ἀγαπᾶ ἐμένα, δὲν μοῦ εἶναι ἄξιος. Νομίζουμε αὐστηρὰ αὐτὰ τὰ λόγια; Ὅταν, ὅμως, κοιμηθεῖ ὁ πατέρας μας ἢ ἡ μητέρα μας, ἢ χάσουμε τὴν περιουσία μας, στὸν Χριστὸ δὲν προσφεύγουμε γιὰ παρηγοριά; Καὶ αὐτὸ γιατί; Διότι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μεγαλύτερος Πατέρας μας, ὁ Φίλος μας, ὁ Ἀδελφός μας. Κάθε τὶ τὸ ὁποῖο θέλουμε εἶναι ὁ Χριστὸς γιὰ ἐμᾶς. Δὲν εἶναι, ἑπομένως, δίκαιο νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο; Ἄν, ἀντιθέτως, προσφέρουμε περισσότερη ἀγάπη στὰ οἰκεῖα πρόσωπα, στὴν ἐργασία μας, στὸ σπίτι μας, ἀπὸ ὅτι στὸν Κύριο, δὲν Τοῦ εἴμαστε ἄξιοι καὶ χάνουμε τὴν εὐλογία Του. Ἂν στὴν πραγματικότητα ἀγαποῦμε καὶ θέλουμε τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων μας, πρέπει νὰ ἐκφράσουμε μεγαλύτερη ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ Ἐκεῖνος θὰ τὰ φέρει ὅλα κατ’ εὐχήν.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
Οἱ Ἅγιοι Πάντες ἀπέδειξαν ὅτι ὁ δρόμος γιὰ τὴν ἁγιότητα δὲν εἶναι ἀκατόρθωτος γιὰ ἐμᾶς, τοὺς φθαρτοὺς ἀνθρώπους. Μὲ μεθοδικότητα μποροῦμε νὰ τὸν διαβοῦμε καὶ να φτάσουμε στὸν ὑψηλὸ προορισμό. Βάπτισμα, ὀρθόδοξη ὁμολογία, μὲ θεμέλιο τὴν ἀγάπη, καὶ θυσιαστικὸ πνεῦμα∙ μὲ αὐτὰ θὰ ἐπιτύχουμε τὴν σωτηρία μας.
Ὅλη τὴν περασμένη ἑβδομάδα ψέλναμε ὅτι ὁ Θεός, διὰ τῆς διανομῆς τῶν πυρίνων γλωσσῶν στοὺς Ἀποστόλους, «εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσεν». Οἱ Ἅγιοι ἀπολαμβάνουν τὴν ἑνότητα στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Καθῆκον ὅλων μας νὰ ἑνωθοῦμε μὲ ἐκείνους, ἀλλὰ καὶ μεταξύ μας ἐν Χριστῷ.
Μετ’ εὐχῶν,
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος