Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου· αὕτη ἐστὶ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή. δευτέρα δὲ ὁμοία αὐτῇ· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. ἐν ταύταις ταῖς δυσὶν ἐντολαῖς ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται κρέμανται.
Μέσα από αυτά τα λόγια του Χριστού διακρίνει κανείς το μεγαλείο της ευσπλαχνίας Του. Ο Κύριος γνωρίζει την αδυναμία μας, γι’ αυτό και δίχως περιπλοκές, δίχως να μας φορτώνει με πλήθος εντολών, ανοίγει σε εμάς διάπλατα την θύρα του Παραδείσου με μια προϋπόθεση μόνο, την Αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο.
Η λήψη και η μετάδοση αγάπης αποτελούν την μεγαλύτερη ανάγκη της ανθρώπινης ζωής, από την βρεφική ηλικία, κατά την οποία το παιδί επιθυμεί το γλυκό χάδι της μητέρας, έως τα βαθιά γεράματα, όταν ο άνθρωπος περιμένει από τα αγαπημένα του πρόσωπα να σταθούν δίπλα του και να του κρατούν ζεστά το χέρι εκφράζοντας την στήριξή τους. Ανάλογα με το μέγεθος που ικανοποιείται η ανάγκη αυτή του ανθρώπου, διαμορφώνεται και η πνευματική του υγεία. Αν στη ζωή του ανθρώπου δεσπόζει η καρδιακή αγάπη, εκείνος αισθάνεται διαρκώς την ευλογία του Θεού, η οποία τον πλημμυρίζει με χαρά. Αντιθέτως, αν η αγάπη απουσιάζει, τότε ο άνθρωπος, πεθαίνει ψυχικά πριν πεθάνει σωματικά.
Στην σύγχρονη κοινωνία κυριαρχεί ένα «αισιόδοξο» γεγονός. Όλοι μιλούν για αγάπη∙ από τα διαφημιστικά μηνύματα και τον επικοινωνιακό λόγο κατά τις εορταστικές περιόδους, μέχρι την μουσική. Θα έλεγε κανείς πως μία τέτοια κοινωνία, η οποία συνεχώς λαμβάνει μηνύματα αγάπης, οδεύει με βεβαιότητα στην ευημερία. Δυστυχώς, ωστόσο, διαπιστώνεται το αντίθετο, καθώς ο κόσμος έχει δώσει στην αγάπη τον δικό του ορισμό. Ο δήθεν «προοδευτικός» άνθρωπος του 21ου αιώνα, αλλά ακόμη και πολλοί από εμάς τους Χριστιανούς, «αγαπάμε» επιλεκτικά μόνον εκείνους που μας «αγαπούν» και ικανοποιούν τις επιθυμίες μας.
Την ώρα που ο Σωτήρας μας, από αγάπη προς εμάς, συκοφαντείται, ραπίζεται και σταυρώνεται παραμένοντας σιωπηλός, εμείς που αρεσκόμαστε στους τύπους της εκκλησιαστικής ζωής, πολλές φορές δεν ανεχόμαστε ούτε το αθέλητο σπρώξιμο από κάποιον συνάνθρωπό μας. Πόσο μακριά είμαστε από το παράδειγμα του Γλυκύτατου Διδασκάλου μας...
Αδελφοί μου, η Ενσαρκωμένη Αγάπη ήλθε στην γη όχι για να υπηρετηθεί, αλλά να δώσει την ψυχή Του «λύτρον αντί πολλών». Το ίδιο επιθυμεί και για εμάς, τους μαθητές Του. Δεν υπολογίζει την εκ μέρους μας τυπική αντιμετώπιση της χριστιανικής ζωής, παρά μόνο την καρδιακή και ουσιαστική επιθυμία μας να αρέσουμε σε Εκείνον και όχι στα μάτια των ανθρώπων. Για τον λόγο αυτό, μας διαβεβαιώνει ότι όλος ο νόμος του Θεού στηρίζεται στην αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, η οποία έχει την δύναμη να «καλύψει πλήθος αμαρτιών», κατά τον Πρωτοκορυφαίο Πέτρο.
Για να εκφράσουμε την αληθινή Αγάπη μας προς τον Θεό, οφείλουμε να αγαπήσουμε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας, διότι, όπως λέει ο Ευαγγελιστής της Αγάπης, Ιωάννης ο Θεολόγος: «ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεόν, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν».
Τι, όμως, σημαίνει το να αγαπάμε τον εαυτό μας; Σημαίνει να εργαζόμαστε με απόλυτη επιμέλεια για την σωτηρία της ψυχής μας, ώστε να μη μείνουμε έξω του Νυμφώνος Χριστού, γεγονός που δηλώνει ότι ορισμένες φορές οφείλουμε να είμαστε αυστηροί στον εαυτό μας. Όπως, λοιπόν, επιθυμούμε την δική μας σωτηρία, θρέφοντας την ψυχή μας με λόγια πνευματικά, με συμμετοχή στα Μυστήρια της Εκκλησίας, αλλά και με τον προσωπικό έλεγχο, έτσι πρέπει να επιθυμούμε και την σωτηρία του αδελφού μας∙ να τον στηρίζουμε, να τον νουθετούμε, αλλά και καλοπροαίρετα να τον ελέγχουμε αν παρουσιαστεί ανάγκη.
Αναφέρθηκε παραπάνω ότι πολλές φορές «αγαπάμε» επιλεκτικά. Το γεγονός αυτό φανερώνει το μέγεθος της ιδιοτέλειας και του εγωκεντρισμού μας. O Χριστός, απέναντι σε αυτή την δήθεν αγάπη που βασίζεται στο συμφέρον, προβάλλει το πιο επαναστατικό κήρυγμα, αυτό της αγάπης προς πάντας, φίλους και εχθρούς.
Ήρθε για να σηκώσει την πόρνη, να φωτίσει τον τελώνη, να σώσει τον ληστή, να αγκαλιάσει τον διώκτη, κι όλους εκείνους οι οποίοι είχαν παραβεί τις εντολές Του. Εκείνοι δέχθηκαν την αγάπη Του και έγιναν πιστοί Μαθητές Του. Ήρθε, επίσης, για να σώσει κι αυτούς τους Φαρισαίους και τους Γραμματείς, οι οποίοι αν και υποστήριζαν ότι υπηρετούσαν τον Θεό, εμπόδιζαν το έργο Του και τον διέβαλλαν. Εκείνοι δεν δέχθηκαν την αγάπη Του, διότι έκριναν εξ ιδίων τα αλλότρια. Θεωρούσαν ότι πίσω από οποιαδήποτε ευεργεσία Του κρυβόταν ο δόλος, επειδή ακριβώς οι ίδιοι ήταν δόλιοι και πονηροί. Το αποτέλεσμα της συμπεριφοράς τους ήταν να μην δουν ποτέ το Φως και να παραμείνουν στο σκοτάδι.
Αγαπητοί, ο Χριστός είπε: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν αγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις». Αν θέλουμε να είμαστε γνήσια τέκνα του Θεού, μία είναι η οδός∙ η οδός της αγάπης που έχει ως μέτρο τον Σταυρό, την θυσία για το καλό του άλλου, την απάρνηση του ιδίου θελήματος. Αν βαδίζουμε σε αυτή την οδό, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα, διότι «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον». Τι περιμένουμε, λοιπόν;
Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν Ἰησούν Χριστόν Παθόντα καὶ Ταφέντα καὶ ἐνδόξως Ἀναστάντα, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
Καλή Ανάσταση!