Στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Ροδοπόλεως λειτούργησε σήμερα, Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Δ' εν Χαλκηδόνι Οικουμενικής Συνόδου, ο Σεπτός μας Ποιμενάρχης, κ. Χρυσόστομος.
Στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα της ημέρας. Συγκεκριμένα, είπε πως ο Χριστός διαβεβαιώνει τους μαθητές Του -και κατ’ επέκταση όλους εμάς- ότι εκείνοι είναι το Φως του κόσμου, κι ως εκ τούτου πρέπει τα έργα τους να είναι λουσμένα από το Θείο Φως, ώστε οι άνθρωποι βλέποντας το καλό παράδειγμα να δοξάζουν τον Ουράνιο Πατέρα. Στην ίδια περικοπή τονίζει ο Κύριος ότι εκείνος που θα αλλάξει «ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία ἀπὸ τοῦ νόμου» δεν θα δει πρόσωπο Θεού. Είναι γεγονός ότι τις ημέρες αυτές, ο Χριστιανικός πληθυσμός είναι θορυβημένος από την ισλαμοποίηση της Αγίας Σοφίας. Ωστόσο, οι περισσότεροι αγνοούν την αιτία που η Θεία Χάρις επέτρεψε την κατάληξη αυτή του πανίερου Ναού, η οποία προκάλεσε και την πρώτη και την δεύτερη μετατροπή της Αγιά-Σοφιάς σε τζαμί. Σύμφωνα με την ιστορία, οι Ορθόδοξοι διάδοχοι των Αποστόλων της προ της αλώσεως εποχής, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, συνδέθηκαν με τους αιρετικούς της Δύσης και συλλειτούργησαν εντός της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Συλλειτούργησαν οι ποιμένες, με εκείνους οι οποίοι όχι μόνον είχαν προσθέσει «ἰῶτα ἓν», αλλά μετέβαλαν την Κυριακή διδασκαλία και αντί για το Βάπτισμα, το διατεταγμένο από τον ίδιο τον Χριστό, θέσπισαν το ράντισμα, με αποτέλεσμα να είναι αβάπτιστοι. Το ίδιο συμβαίνει και στις ημέρες μας, καθώς είναι πασιφανές ότι η πρωτόθρονη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως επικοινωνεί στενά με τους εκπροσώπους της Δύσεως, οι οποίοι δεν επιδεικνύουν την απαιτούμενη μετάνοια. Ποιο αγαθό αποτέλεσμα προέκυψε άραγε από αυτή την κίνηση, εκτός από διχασμό;
Παρά ταύτα, ευθύνες φέρουμε όλοι οι Χριστιανοί, διότι λησμονούμε εκούσια ή ακούσια ότι οφείλουμε να είμαστε Φως. Αντιθέτως, ενδιαφερόμαστε να αρέσουμε στον κόσμο προσαρμοσμένοι στα "θέλω" του κόσμου και όχι του Θεού. Γι’ αυτό ο Κύριος επιτρέπει να δεχόμαστε τα πλήγματα, για να ταπεινωθούμε, και να προσεγγίσουμε τον Θείο Λόγο, ώστε να φανούμε άξιοι της κλήσης μας, επιδιδόμενοι σε έργα που ευωδιάζουν αρετή και Θεό.