Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου
Ὁμιλία γιὰ τὸν Ἅγιο Ἀπόστολο Παῦλο,
«Τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω»
(Α’ Κορ. θ΄ 22)
στὸν Μεθέορτο Συνοδικὸ Ἑσπερινὸ τῆς ἑορτῆς τοῦ
Πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Παύλου
στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίας Παρασκευῆς, Μοναστηράκι, Ἀθῆναι (πλησίον Πνύκας)
Πέμπτη, 29 Ἰουνίου 2018
Μακαριώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα, Ἀρχιεπίσκοπε τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος, κ. Καλλίνικε,
Σεβασμιώτατε, Θεοφιλέστατε,
Τίμιον Πρεσβυτέριον,
Διακονία τῆς Ἐκκλησίας,
Ἐκλεκτὴ χορεία τῶν Μοναχῶν καὶ Μοναζουσῶν,
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Χαίρετε ἐν Κυρίῳ.
«Τοῖς πάσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω» ὁμολογεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς τῶν Ἐθνῶν, ὁ «οὐρανοπολίτης» αὐτὸς ἄνδρας, κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο, Ἀπόστολος Παῦλος. Δὲν ἀνῆκε στὴ χορεία τῶν ἐκλεκτῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου, δὲν Τὸν συνάντησε ποτὲ κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἐπίγειας παρουσίας Του, δὲν Τὸν ἀπάντησε σὲ κάποια δημόσια σύναξη, δὲν εἶχε τὴ γλυκιὰ ἐμπειρία τῆς στοργικῆς συναναστροφῆς Του, ὅπως εἶχαν οἱ Ἀπόστολοι καὶ μαθητές Του.
Κι ὅμως, ἀναδείχθηκε σὲ ἕναν ἀπὸ αὐτούς. Ὁ ζηλωτὴς Φαρισαῖος, ὁ διώκτης τῶν Χριστιανῶν, ὁ παθητικὸς θεατὴς τοῦ φόνου τοῦ πρωτομάρτυρα Στεφάνου, κατετάγη σὲ περίοπτη θέση μεταξὺ τῶν Ἀποστόλων. Ἔγινε ἀποδεκτός, καὶ μάλιστα ὡς ἕνας ἐξ αὐτῶν, τοῦ ὁποίου ὁ λόγος ἦταν ἰδιαιτέρως βαρὺς καὶ σημαίνων γιὰ τὸν κύκλο τῶν μαθητῶν καὶ τελικὰ καταλυτικὸς καὶ καθοριστικὸς γιὰ τὴν πορεία καὶ τὴν ἐξέλιξη τῆς ἀνθρωπότητος.
Ἡ ἰδιαίτερη θέση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὴ συνείδηση τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, τῶν συγχρόνων του ἀλλὰ καὶ τῶν μεταγενέστερων, ὀφείλεται ὄχι σὲ ἕνα ἀλλὰ σὲ πολλὰ χαρακτηριστικὰ τῆς Ἁγίας αὐτῆς καὶ ἐμβληματικῆς φυσιογνωμίας.
Ἡ ἰδιαιτέρα Χάρις ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεό,
ἡ καίρια Θεία ἐμφάνιση καὶ συγκλονιστικὴ γιὰ τὸν Παῦλο ἀποκάλυψη στὸ δρόμο πρὸς τὴ Δαμασκό,
ἡ ἐμπειρικὴ -ἡ τελεία φιλάνθρωπη- συνάντηση,
ἡ ἀπαράμιλλη σὲ οὐσία προσωπικὴ κλήση,
ἡ μοναδικὴ στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας ἀκαριαία μεταστροφὴ τοῦ Παύλου καὶ ἡ ἐν συνεχείᾳ ἀφοσίωσή του στὴν ἐκ Θεοῦ προερχομένη ὁδηγία καὶ ἐντολή, ἀποτελοῦν τὶς πρῶτες ἐνδείξεις ποὺ φανερώνουν τὴν «ἄνωθεν» ἀνάθεση ἀποστολῆς στὸν ἄνδρα ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἐμφανίστηκε αὐτοπροσώπως.
Ἡ ἐξίσου συγκλονιστικὴ ἀποτελεσματικότητα τοῦ ἔργου τοῦ Ἀποστόλου σὲ ἔκταση, σὲ βάθος καὶ σὲ ποιότητα, ἡ ἐπίδραση ποὺ ἄσκησε στὴν ἀνθρωπότητα, ἡ θεμελιώδης συμβολὴ, ἡ ἀνθεκτικὴ καὶ διαχρονικὴ συνεισφορά του ἐνάντια στὴ διαβολὴ, στὴν αἵρεση, ἀλλὰ καὶ στὴν -ἐξίσου ἐπικίνδυνη γιὰ τὴν πίστη μᾶς-ψευδοδισκαλία, μαρτυροῦν τὴν ἀδιαμφισβήτητη καὶ ἀλάνθαστη -ἐκ τῶν πραγμάτων- Θεία ἐκλογή.
Ἡ Θεία Χάρις ἀναπαύθηκε στὴν καρδιὰ τοῦ Παύλου μέσα ἀπὸ τὸ συνδυασμὸ τοῦ Θείου ἔρωτος στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, τῆς ἑκούσιας ὁλοκληρωτικῆς διάθεσης καὶ «ὑποδούλωσης» τοῦ ἐαυτοῦ του στὸ ἀνατεθὲν ἔργο, τοῦ πάθους καὶ τῆς σφοδρῆς ἐπιθυμίας γιὰ τὴν πραγμάτωση τοῦ ἱεροῦ σκοποῦ ἀφενὸς καὶ ἀφετέρου τῆς ἀνωτάτου ἐπιπέδου εὐφυίας καὶ ἱκανότητάς του μὲ τρόπο τέτοιο, ὥστε νὰ βρεῖ ἐφαρμογὴ τὸ ἰδανικό, τὸ πρότυπο τῆς ἱεραποστολικῆς διακονίας.
«Διότι ἂν καὶ ἤμουν ἐλεύθερος -γράφει ὁ ἴδιος- ἀπὸ ὅλους, χωρὶς ἐξάρτηση ἀπὸ κανέναν, ἐν τούτοις ἔκαμα τὸν ἑαυτό μου δοῦλο σὲ ὅλους, γιὰ νὰ κερδίσω γιὰ τὸν Χριστό, ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ πολλούς. Ἀνάμεσα στοὺς Ἰουδαίους συμπεριφέρθηκα σὰν Ἰουδαῖος, γιὰ νὰ τοὺς κερδίσω γιὰ τὸν Χριστό. Σὲ ἐκείνους ποὺ εὐρίσκοντο ὑπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου συμπεριφέρθηκα σὰν νὰ ἤμουν κι ἐγὼ κάτω ἀπὸ τὸ νόμο, γιὰ νὰ κερδίσω καὶ τοὺς ὑπὸ τὸν νόμο γιὰ τὸν Χριστό. Ὅταν βρισκόμουν μὲ τοὺς ἐθνικούς, μ’ αὐτοὺς ποὺ ἀγνοοῦν τὸ νόμο τοῦ Μωυσῆ, γιὰ νὰ τοὺς κερδίσω γιὰ τὸν Χριστό, ζοῦσα κι ἐγὼ σὰν ξένος πρὸς τὸ νόμο, χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει πὼς δὲν ὑπακούω στὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ εἶμαι δεμένος μὲ τὸ νόμο τοῦ Χριστοῦ. Μὲ τοὺς ἀδύνατους στὴν πίστη καὶ τὴν ἀρετὴ Χριστιανοὺς ἔγινα κι ἐγὼ σὰν ἀσθενὴς μαζί τους, διὰ νὰ τοὺς κερδίσω γιὰ τὸν Χριστό. Γιὰ τοὺς πάντες ἔγινα τὰ πάντα, χωρὶς βέβαια νὰ παραβῶ ποτὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ σώσω μὲ κάθε τίμημα καὶ θυσία, ἔστω καὶ μερικούς» (Α΄ Κορ. θ΄ 19 - 23).
Αὐτὸς ἦταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.
Ἀφιέρωσε τὴ ζωή, τὴν ὑπόσταση, τὸ εἶναι του στὴ διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἔκανε τὸν ἑαυτό του ὅ,τι πιὸ προσιτὸ στὸν ἄνθρωπο καὶ ἀρεστὸ στὸν Θεό. Διακόνησε τοὺς πάντες, γιὰ νὰ τοὺς σώσει. Κομματιάσθηκε, μοιράστηκε σὲ ὅλους, ἔγινε ὅ,τι -κατὰ Θεὸν- χρειάστηκε, ὥστε νὰ σώσει τοὺς περισσότερους, ὅσους ἀπὸ αὐτοὺς μποροῦσε.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μὲ κίνητρο τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριο, μὲ ὄχημα τὴν ἀνοχὴ στὰ δεινὰ καὶ μὲ σκοπὸ τὴ σωτηρία, κατέστη ὁ πρωτεργάτης τοῦ Ἀναστάντα Χριστοῦ γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὰ Ἔθνη.
Ἦταν ἡ συνύπαρξη τοῦ ταπεινοῦ καὶ τοῦ μοναδικοῦ ἀναστήματος διακριτοῦ, τοῦ σοφοῦ ἐπιστήμονος καὶ φιλοσόφου ἀλλὰ καὶ τοῦ πτωχοῦ ἐργάτη, τοῦ δεινοῦ ρήτορα ἀλλὰ καὶ τοῦ καθημερινοῦ «κοινοῦ» συνομιλητῆ.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος συνδύαζε ἁρμονικὰ σχεδὸν ἀντιφατικὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα καὶ χαρίσματα, ὅπως αὐτὸ τοῦ θάρρους, τῆς τόλμης ἀλλὰ καὶ τῆς διακριτικότητος, τῆς ἀκρίβειας καὶ τῆς ἐλαστικότητας, τῆς αὐστηρότητας καὶ τῆς οἰκονομίας καὶ τελικὰ τῆς ἀπόλυτης δοτικότητας καὶ προσφορᾶς τοῦ ἤδη ὁλοκληρωτικὰ δοσμένου στὸν Ἕναν.
«Τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα» λέει, ἡ προσωποποίηση τῆς διάκρισης καὶ τοῦ συγκερασμοῦ, τῆς προσαρμοστικότητας στὴ συμπεριφορὰ καὶ τῆς εὐελιξίας, ἀλλὰ καὶ τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς σταθερότητας, τῆς εὐγενοῦς προσέγγισης, τῆς ἀγαθῆς προσέλκυσης, τῆς μεστῆς ἀγάπης πειθοῦς, τοῦ οἰκείου αὐτοῦ προσώπου, τοῦ προσφιλοῦς, τοῦ ἀπευθυνόμενου σὲ ὅλους, ὅσοι ἐπιθυμοῦν τὴ σωτηρία.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦταν αὐτὸς ποὺ ἐπιλέχθηκε ὡς δοχεῖο τῆς Χάριτος, ὡσὰν προσωπικὴ ἐπιλογὴ τοῦ Ἰησοῦ, ὡς τὸ ἱκανὸ ἐκεῖνο πλάσμα νὰ διαδώσει τὸ Μήνυμα ἐκεῖ, ὅπου δύσκολα ἔφτανε (Πράξ. κβ, 21).
Τὴν ἀποστολὴ αὐτὴ ἱκανοποίησε στὸ ἔπακρο ὁ εἰδήμων τῆς αὐτογνωσίας καὶ ὁ πλήρους ἐπιγνώσεως τῶν συνθηκῶν καὶ τῶν δυσκολιῶν της, ὁμολογώντας «ἵνα πάντως τινὰς σώσω».
Ἡ ἀποτελεσματικότητα τοῦ ἔργου τοῦ Ἀποστόλου Παύλου μαρτυρᾶ τὴν ἀπὸ τὴ γέννηση προετοιμασία τοῦ ἀνδρὸς τούτου (Γαλ .α΄ 15) ὡς Θείας ἐκλογῆς, ἀλλὰ καὶ τὴν παρουσία καὶ συνοδοιπορία τοῦ Χριστοῦ μας σὲ ὅλο τὸ εὖρος καὶ τὸ ὕψος τῆς ἱεραποστολῆς τοῦ Παύλου.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν καλὴ σχετικὰ μόρφωση καὶ παιδεία καὶ τὴν ἄριστη νομομάθειά του, κυρίαρχο χαρακτηριστικὸ τῆς προσωπικότητας τοῦ Παύλου ἦταν ὁ ζῆλος ποὺ ἔτρεφε γιὰ τὴν πίστη του, ἡ προτεραιότητα ποὺ αὐτὴ κατεῖχε στὴν ψυχὴ καὶ τὴ ζωή του, ὄχι γιὰ λόγους κοινωνικοὺς καὶ καταξίωσης, ἀλλὰ ὡς ἀποτέλεσμα θέσης καὶ φιλοσοφίας τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Αἰσθανόταν εὐγενὴς στὴν καταγωγὴ καὶ κατεῖχε τὸ προνόμιο τοῦ Ρωμαίου πολίτη. Ὁ Παῦλος εἶχε τὴ φυσιογνωμία ἑνὸς ὑπερήφανου ἀνδρός, αὐτοῦ ὁ ὁποῖος μὲ σθένος ὑπερασπιζόταν τὴν καταγωγή. Ἦταν ζηλωτὴς «τῶν πατρικῶν -ὅπως ἀναφέρει- παραδόσεων» (Φιλ. γ΄ 5 - 6). Ἦταν ἐργατικός, μαχητικός, γνήσιος στρατιώτης τῶν πιστεύω του, μὲ ἰδανικά, μὲ ἀξίες, ὅπως αὐτὲς προέκυπταν ἀπὸ τὴ θρησκεία του κι ἀπὸ τὰ ἤθη τῆς ἐποχῆς.
Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ ὅμως ὁ Παῦλος διέθετε ἕνα ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς ὁμοίους του ἔνστικτο δικαιοσύνης, γεγονὸς συνδεδεμένο μὲ τὴν καθαρὴ καρδιά του, τὴν ἀγαθή του -ὅπως ἀποδεικνύεται- προαίρεση καὶ τὰ καλὰ καὶ ἁγνὰ κατὰ βάθος κίνητρά του.
Γεννημένος γιὰ νὰ ὑπηρετεῖ τὸν Θεό, ὁ καθαρὸς στὴν καρδιὰ καὶ στὶς προθέσεις Παῦλος ἐτέθη ἑκουσίως ἀποκλειστικὰ καὶ ὁλοκληρωτικὰ στὴν ὑπηρεσία τοῦ Χριστοῦ, ἀνάγοντας τὸν ἑαυτό του -μὲ Θεία παρέμβαση- στὴ μορφὴ ποὺ θὰ ἀποτελοῦσε ἴσως τὴ μέγιστη δυνατὴ ἀξιοποίηση ἀνθρώπου γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὴν οἰκουμένη.
Ἕνας ἀδιαμφισβήτητος γνώστης τῆς Μωσαϊκῆς διδασκαλίας, κοινῶς ἀποδεκτὴ φυσιογνωμία, ἱκανὴ νὰ λειτουργήσει παραδειγματικὰ στοὺς ὁμοϊδεάτες του, ἕνας αὐστηρὸς τηρητὴς τοῦ νόμου καὶ διώκτης τῶν Χριστιανῶν, ποὺ ὅμως φωτίσθηκε λίγο μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Πιστεύει στὴν ἔλευση καὶ Ἀνάσταση τοῦ ἀναμενόμενου -σύμφωνα μὲ τὸν νόμο- Μεσσία, τὸν ὁποῖο καὶ ἀναγνωρίζει στὸν πρόσωπο τοῦ Ἐσταυρωμένου. Δὲν ἀναιρεῖ τὴν παράδοση καὶ τὸ νόμο τὰ ὁποῖα μέχρι πρότινος ὑπηρετοῦσε. Ἀντιθέτως, ξεπερνᾶ τὰ ὅρια καὶ τὰ δεσμὰ τοῦ νόμου ποὺ δικαίως ἕως τὴν ὥρα ἐκείνη ὑπάκουε καὶ διαδίδει τὴ Νέα Διδασκαλία ὡς φυσικὴ ἐξέλιξη τῆς πίστεως, ὅπως ἀκριβῶς δίδαξε καὶ κήρυξε ὁ Κύριός μας. Αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ ἐκπροσωπεῖ καὶ αὐτὸ στὸ ὁποῖο ἐξελίσσεται ὁ Παῦλος ἀποτελεῖ τὴν ἰδανικὴ περίπτωση ἀναγνώρισης, μετανοίας, ταπείνωσης καὶ μεταστροφῆς τοῦ Ἰουδαίου ἀνδρός. Ἀποδεικνύεται δὲ περίτρανα ἡ συγχωρητικότητα τοῦ Θεοῦ, ἀκόμη καὶ πρὸς τοὺς σταυρωτές Του, ὅταν Ἐκεῖνος ἐπιλέγει ἕναν ἐκ τῶν ἕως πρότινος διωκτῶν Του νὰ ἀποτελέσει τὴ βασικὴ ἐπιλογή Του γιὰ τὴν εὐρεία διάδοση τῆς Ἀνάστασης.
Ὁ Παῦλος γίνεται ἐργαλεῖο ἐπικοινωνίας τῆς δευτέρας εὐκαιρίας γιὰ τοὺς Ἰουδαίους καὶ βεβαίως τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἀποβάλλοντας τὸ φόβο, ἐπιδεικνύοντας τὴ στοργὴ καὶ ἀποδεικνύοντας τὴ μεγαλοθυμία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Παῦλος λοιπὸν -καίτοι δὲν ἔγινε ἀπόλυτα ἀποδεκτὸς ἀπὸ τοὺς ὁμοθρήσκους καὶ συμπατριῶτες του- προσεγγίζει τὴ μία καὶ σημαντικὴ κατηγορία τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς, ὡς πρότυπο καὶ παράδειγμα μετανοίας, μεταστροφῆς καὶ ἐλευθερίας.
Ὁ Παῦλος ὅμως ὑπῆρξε ἰδανικὴ φυσιογνωμία καὶ γιὰ τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ εἰδωλολάτρες τῆς ἐποχῆς, ἀφοῦ ὡς διδάσκαλος καὶ ὡς ἐκ τούτου γνώστης καὶ ἱκανὸς ἀξιολογητὴς τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου, τὸν ὑπερβαίνει, χωρὶς νὰ τὸν καταδικάζει, χωρὶς ὅμως καὶ νὰ στέκεται προσκολλημένος στὶς παλαιὲς παραδόσεις (ὅπως ἡ περιτομή), κάνοντας λόγο γιὰ τὴν οὐσιαστικὴ περιτομὴ «τῆς καρδιᾶς» (Γαλ. γ΄ 3), ἐρχόμενος ἔτσι σὲ πλήρη συμφωνία μὲ τὴ μεγάλη αὐτὴ καὶ ἐξίσου ἀγαπητὴ στὸ Θεὸ κατηγορία τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς. Χωρὶς νὰ ἀπορρίπτει, ἀλλὰ καὶ χωρὶς νὰ ἐπιβάλει τοὺς κανόνες τοῦ παλαιοῦ νόμου στὰ ὑπόλοιπα Ἔθνη τῶν εἰδωλολατρῶν, τοὺς εἰσάγει στὰ ζωτικὰ σημεῖα τῆς Διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ, στὴ Νέα Διαθήκη, συμπληρώνοντας καὶ ἀναπληρώνοντας τὴν παλαιά.
Ἀνακοινώνει τὸ τέλος τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, χωρὶς νὰ ἀκυρώνει τὴν ἔγκυρη προηγούμενη ἰσχύ του καὶ ἀναγγέλλει τὴν παρουσία τῆς Χάριτος πλέον, διὰ τῆς πίστεως στὸν Ἀναστάντα Χριστό. Ἐνθαρρύνει καὶ πάλι, προτρέπει, προσελκύει.
Ὁ Παῦλος προσεγγίζει μὲ ἀπόλυτη ἀγάπη, διάκριση καὶ δικαιοσύνη καὶ τὴν κατηγορία ἐκείνη τῶν φιλοσόφων, τῶν φιλοσοφημένων, τῶν «ἀπροσδιόριστων» ἀναζητητῶν τῆς ἀλήθειας, τῶν μέχρι πρότινος ἐθνικῶν ἀνθρώπων, ποὺ γοητευμένοι ἀπὸ τὴν εὐρύτητα τοῦ πνεύματος καὶ τὴν ἀντίληψη τοῦ Ἀποστόλου, πείθονται ἀπὸ τὸ Θεῖο Λόγο τοῦ Ἰησοῦ, διὰ στόματος Παύλου, καὶ ἀποδέχονται μὲ ἐνθουσιασμὸ τὴ Νέα Πίστη.
Γίνεται ἕνα πρότυπο ποιμένα γιὰ τοὺς Ἰουδαίους -αὐτοὺς ποὺ δὲν πίστεψαν ἀρχικὰ- ἐφαρμόζοντας τὶς παραδόσεις τῆς θρησκείας τους μὲ ἀπόλυτο σεβασμὸ πρὸς τὰ ἱερὰ πρόσωπα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἐπιδεικνύοντας καὶ ἀποδεικνύοντας τὴ φυσικὴ καὶ ἀβίαστη ἐξέλιξη τῆς πίστεώς τους.
Γίνεται ἕνα πρότυπο ποιμένα καὶ γιὰ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ γιὰ τοὺς ἐθνικούς, κυρίως γιὰ αὐτούς. Φαίνεται νὰ γίνεται ἕνας ἐξ αὐτῶν, ὁ μετατρέψας τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ βῆμα τῆς Πνύκας, ἐδῶ τὸ γειτονικό, σὲ Ἱερὸ βῆμα διάδοσης τοῦ Θείου λόγου. Ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τὶς παρωχημένες ἐπικρατοῦσες συνήθειες τοῦ νόμου, ἐλευθερώνεται κατὰ Χριστὸν καὶ καλεῖ μαζί του ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἕως τότε δὲν γνώριζαν, δέσμιοι κι αὐτοὶ παρωχημένων φιλοσοφιῶν καὶ ψεύτικων θεοτήτων καὶ εἰδώλων.
Ὁ τελειότερος μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀρχέτυπος εἰκόνα κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο, βρίσκει ἕναν δρόμο, μιὰ ὁδὸ προσέγγισης καὶ ἐπικοινωνίας τῆς ἀλήθειας μὲ ὅλους. Ἀπὸ μιὰ χαραμάδα στὴν καρδιὰ διεισδύει ἀξιοποιώντας βιώματα, κουλτοῦρες, παραδόσεις, σχέσεις, γνώσεις καὶ ἐπιστῆμες, σκέψεις, ἀντιλήψεις, ἰδέες, πεποιθήσεις. Γιὰ τὴν τακτική, τὴ μέθοδο καὶ τὴ θέση του αὐτή, ὁ συνθέτης καὶ ρυμοτόμος ἀνθρωπίνων παραδόσεων καὶ πολιτισμῶν, ἐνημερώνει καὶ πείθει τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς Ἀποστόλους, διασφαλίζοντας τὴν ἀπαραίτητη ἑνότητα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, τὴν καθολικότητα καὶ τὴν κοινὴ πορεία. Πρωτοστατεῖ ἀνάμεσά τους, πρωτοπορεῖ, προτείνει καὶ βέβαια δικαιώνεται. Γίνεται καὶ ἕνας ἐξ αὐτῶν ποὺ βίωσαν τὴν ἐξέλιξη τοῦ νόμου δίπλα στὸν Μέγα Διδάσκαλο.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ γεμάτος στοργὴ ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, δημιουργεῖ στοὺς ἀνθρώπους θετικές, εὐμενεῖς διαθέσεις ἀπέναντι στὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ.
Τὸ κήρυγμά του ἀποπνέει δικαιοσύνη, ἀγάπη, καλοσύνη, συγχωρητικότητα, καλύπτει καὶ ὑπερκαλύπτει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀγαθοῦ ἀνθρώπου, ἀνεξαρτήτως παρελθόντος, καταγωγῆς καὶ προηγούμενης κατευθύνσεως.
Ἄλλοτε ἐπαινεῖ κι ἄλλοτε ἐπιπλήττει, πότε παρηγορεῖ καὶ ἐνθαρρύνει καὶ πότε ὀργίζεται καὶ ἀποδοκιμάζει, καὶ πάλι -ὡσὰν πατέρας, σὰν ἰατρὸς- προσεγγίζει τὸν ἄνθρωπο γιὰ τὸ καλό του, γιὰ τὴ σωτηρία του. Ἀνάλογα μὲ τὴ διάγνωση τῆς παθήσεως, ἀνάλογα μὲ τὸν ἀσθενῆ καὶ τὶς ἰδιαιτερότητες τοῦ ὀργανισμοῦ, ἡ θεραπεία γιὰ τὸν κάθε ἕνα διαφέρει. Καὶ θεραπεία γινόταν ὁ ἴδιος γιὰ τὸν καθένα.Ἐφαρμόζει τὰ «ἐναντία» κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο ἀναφερόμενος στὰ «γινόμενα», στὶς ἀλλαγὲς δηλαδὴ στὴ στάση, τὴ συμπεριφορά, τὶς πράξεις του, προκειμένου νὰ προσεγγίσει τοὺς δυνητικοὺς Χριστιανούς. «Παντοδαπὸς καὶ ποικίλος», ὡστόσο σταθερὸς καὶ «σφόδρα ἀκόλουθος» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τὸν ἅγιον ἀπόστολον Παῦλον, 5. PG50).
Ἡ ἀποστολὴ τοῦ «ἀρίστου ποιμένα», τοῦ εὐφυοῦς παιδαγωγοῦ καὶ διδασκάλου τῶν Χριστιανῶν δὲν τελειώνει ἐκεῖ. Φροντίζει καὶ ἑνώνει αὐτούς, τοὺς -μὲ τόσο διαφορετικὴ ἀφετηρία, πορεία, πολιτισμό, κοινωνικό, οἰκονομικὸ καὶ μορφωτικὸ ὑπόβαθρο- ἀνθρώπους, ἐνδυναμώνοντας καὶ θεμελιώνοντας ἔτσι τὴ μία καὶ ἱερὴ πίστη στὸν Ἰησοῦ καὶ συνεπῶς στὸν Τριαδικὸ Θεό. Γίνεται ἡγέτης, διοικητής, ὀργανωτής, συντονιστής, ἐπιβλέπων. Συστήνει δίκτυα, ἐπικοινωνεῖ, στέλνει ἀπεσταλμένους, ἀναθέτει, δίνει ἁρμοδιότητες ὁ μέγας «ἐπικοινωνιολόγος». Παράλληλα γίνεται ὑπηρέτης, παρακολουθεῖ, μεριμνᾶ, ἐξυπηρετεῖ. Ὅπου κι ἂν βρίσκονταν, στὰ μεγάλα κι ἐξαντλητικὰ διὰ θαλάσσης ταξίδια ἢ ὁδοιπόρος, φυλακισμένος, καταδιωγμένος, ἀπὸ κοντά, ἀπὸ μακριά, σὲ κατάσταση χαρᾶς καὶ ἱκανοποίησης, σὲ κατάσταση ἀσθενείας, θλίψης καὶ συντριβῆς, ἀποκαμωμένος, τσακισμένος, μόνος ἢ μὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς συνοδοιπόρους καὶ συνεργάτες του καὶ τότε «γινόταν τὰ πάντα γιὰ τοὺς πάντες» ὁ «πανταχοῦ περιτρέχων καὶ πάντα ποιῶν ὑπὲρ τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας», ἀναφέρει καὶ πάλι ὁ Ἅγιος ἐγκωμιαστής του. Ἀνταποκρινόταν, νοιαζόταν, ὑπέφερε καὶ ἀγωνιζόταν μαζί τους, γιὰ τὶς κατὰ τόπους Ἐκκλησίες, γιὰ τοὺς πιστούς, γιὰ τὸν κάθε ἕνα ξεχωριστά, «τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι;» (Β’ Κορ. ια΄ 29) λέει ὁ ἴδιος. Τὸ ἐνδιαφέρον του αὐτὸ ὁ ὑμνογράφος τῆς ἀγάπης τὸ μετέδιδε, ὥστε ὅλοι νὰ νοιάζονται γιὰ ὅλους, ἡ μία Ἐκκλησία γιὰ τὴν ἄλλη, ὁ ἕνας Χριστιανὸς γιὰ τὸν ἄλλο.
Πῶς ὅμως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐφάρμοσε αὐτὴ τὴν τακτική;
Ὁ Παῦλος μετέτρεψε τὸν ἑαυτό του στὸ πιὸ εὐπροσάρμοστο ἐργαλεῖο, στὸ πλέον πειστικὸ καὶ ἑλκυστικὸ ὄχημα, προσέγγισης καὶ πειθοῦς τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Ἔγινε ἡ καρδιά του, «ἡ καρδιὰ τῆς οἰκουμένης» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν πρὸς Ρωμαίους 32, 3, PG60) γιὰ νὰ χωρέσουν ὅλοι οἱ «κατοικούμενοι». Ἀγάπησε δωρεάν, μιμούμενος τὸν Χριστό. Ὅπως ὁ ἴδιος ὁ θεοφώτιστος αὐτὸς πατέρας καὶ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Ἔθνους τῶν Ἑλλήνων ὁμολογεῖ, ἡ αὐτοθυσία εἶναι αὐτὴ ποὺ ἑλκύει τὴ Θεία Χάρη. Ἔγινε ὁ ἴδιος τὸ σκαλοπάτι ποὺ ποδοπατήθηκε ἀπὸ μυριάδες, γιὰ νὰ ἀνέβουν αὐτοὶ πλησιέστερα στὸν Χριστό. «Διότι ἂν καὶ ἤμουν ἐλεύθερος ἀπὸ ὅλους, χωρὶς ἐξάρτηση ἀπὸ κανέναν, ἐν τούτοις ἔκαμα τὸν ἑαυτό μου δοῦλο σὲ ὅλους, γιὰ νὰ τοὺς κερδίσω γιὰ τὸν Χριστό …». Ἡ Χάρις προκύπτει ἀπὸ τὰ ἑκούσια δεσμὰ «τὰ μακάρια» καὶ τοὺς κινδύνους ποὺ ὑπέστη γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Μέσα ἀπὸ τὰ δεινὰ καὶ τὶς ταλαιπωρίες, τοὺς διωγμούς, τὴν πείνα, τὴ δίψα, τὸ κρύο, τὶς ἀσθένειες, αὐτὸς δυνάμωνε (Β΄ Κορ. 12,10). Μέσα ἀπὸ ὁδοιπορίες ἀντιμέτωπος μὲ ληστές, μέσα ἀπὸ ταξίδια καὶ ναυάγια, φυλακίσεις, βασανιστήρια καὶ μαστιγώματα. Μέσα ἀπὸ ἀπογοητεύσεις, καταφρόνηση, χλεύη, ἀπόρριψη, ἀλλὰ καὶ προδοσία ἀπὸ ψευδαδελφούς. Μιὰ πορεία γεμάτη κόπο, στερήσεις, πίκρα καὶ ἀδυναμίες. Ὁ Θεὸς ὅμως τὸν παρηγοροῦσε καὶ τὸν ἐνθάρρυνε, «ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται» (Β Κορ. ιβ΄ 9). Τὸ σθένος ὡς ἀποτέλεσμα αὐτοθυσίας στὴν τελεία μορφή του. Ἡ φανέρωση- διὰ τῶν ἀδυναμιῶν- τῆς Θείας παρέμβασης.
Ἡ δύναμη καὶ ἡ ἱκανότητα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου προερχόταν ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν κακουχία, ἡ ὁποία μὲ τὴ σειρά της γινόταν λόγος προσευχῆς, παρηγοριᾶς καὶ ἐπικοινωνίας μαζί Του καὶ ὡς ἐκ τούτου ἐμψύχωσης καὶ ἐνδυνάμωσης. Ἦταν τὸ μπόλιασμα, ἡ συνεχὴς παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν πορεία καὶ τὸ ἔργο τοῦ Παύλου, ὥστε τὸ δέντρο νὰ καρποφορήσει. Ἡ ἀντοχή, ἡ εὐελιξία, ἡ εὐφυία, ἡ προσέγγιση τῶν ἀνθρώπων ὅλων τῶν Ἐθνῶν εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν ἑκούσιων δεινῶν ποὺ ὑφίσταντο, τῆς ἀγάπης του γιὰ τὸν Ἰησοῦ καὶ τῆς προσδοκίας του γιὰ τὴν Ἀνάσταση.
Ἔγινε τὰ πάντα γιὰ τὸν Χριστό, χρησιμοποίησε τὰ πάντα γιὰ τὸν σκοπὸ ποὺ Ἐκεῖνος τὸν εἶχε ὁρίσει, ἀφήνοντας πίσω ἕνα μεγαλειῶδες ἱεραποστολικὸ ἔργο πρὸς τὰ Ἔθνη τῆς οἰκουμένης. Τὰ Ἔθνη ποὺ καὶ σήμερα ὑφίστανται. Τὰ πολλὰ καὶ σαφῶς διαφορετικὰ Ἔθνη καὶ ὄχι τοῦ ἑνὸς ὁμοιογενοῦς παγκόσμιου Ἔθνους. Τὰ Ἔθνη στὰ ὁποῖα ὁ Κύριος ὁδήγησε τὸν πιστὸ ὑπηρέτη Του καὶ μάρτυρα τοῦ Εὐαγγελίου, μὲ πρῶτο σταθμὸ τὴ σημερινὴ Καβάλα καὶ τὴν εὐρύτερη Μακεδονία. Τὴν ἀνέκαθεν Ἑλληνικὴ Μακεδονία, στὴν ὁποία τότε μιὰ ἐπιβλητικὴ ἀνδρικὴ μορφή, μὲ παρέμβαση Θεοῦ, παρακίνησε «διαβὰς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν» (Πράξ.ΙΣΤ΄9) καὶ καθοδήγησε τὸν Ἀπόστολο Παῦλο.
Ἡ Μακεδονία μας ἦταν ὁ πρῶτος σταθμὸς τῆς διάδοσης τοῦ Χριστιανισμοῦ στὸν κόσμο ἀπὸ τὸν Παῦλο· ἐπιλογὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ τόπος καὶ τὸ πρόσωπο. Ἡ Μακεδονία μας, ἂς μὴν λησμονοῦμε, ἦταν καὶ ἡ ἀφετηρία διάδοσης τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας στὴν οἰκουμένη μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία πραγματοποιήθηκε ὁ Εὐαγγελισμὸς τῶν Ἐθνῶν. Ὁ πρωτεργάτης τῆς διάδοσης, Ἀλέξανδρος, μὲ ἀπαράμιλλη γενναιότητα καὶ αὐτοθυσία, ἐργάστηκε -χωρὶς καν νὰ τὸ γνωρίζει- γιὰ τὴν προετοιμασία τοῦ Θείου σχεδίου. Ἔχουμε λοιπὸν τὸ πρότυπο τῆς ἀνδρείας μὲ ἀφετηρία τὴ Μακεδονία γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ τὸ ἀρχέτυπο τῆς μίμησης τοῦ Ἰησοῦ μὲ ἀφετηρία καὶ πάλι τὴ Μακεδονία γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ στὰ Ἔθνη. Ἡ Μακεδονία ἔγινε σημεῖο ἀναφορᾶς γιὰ τὴ διάδοση τῶν ἰδανικῶν στὸν κόσμο, σημεῖο ἀναφορᾶς Ἁγίων καὶ μεγάλων ἀνδρῶν, Ἑλλήνων στὸν πολιτισμὸ καὶ ἀργότερα στὴν πίστη. Πολλὰ χρόνια ἀργότερα ἡ ἱερή μας πατρίδα ἕναν ἄλλο Παῦλο, τὸν Μελᾶ, ἔμελλε νὰ καλέσει ,γιὰ νὰ προσφέρει θυσιαστικὰ κι αὐτὸς τὴ ζωή του γιὰ τὸν Ἑλληνισμό, γιὰ τὸν Χριστιανισμό, γιὰ τὸν Χριστιανικὸ Ὀρθόδοξο Ἑλληνισμὸ καὶ πάλι.
Ἡ Μακεδονία μας δὲν εἶναι ἁπλὰ μιὰ Ἑλληνικὴ περιοχή, εἶναι μέρος τῆς καρδιᾶς τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ τοῦ Ὀρθόδοξου Χριστιανισμοῦ, τῶν ταυτισμένων πλέον αὐτῶν ἐννοιῶν. Δὲν μπορεῖ ὁ τόπος αὐτός, στὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς κάλεσε τὸν ἀγαπητό του Παῦλο, νὰ ἀποδεσμευθεῖ ἀπὸ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα ποὺ τὸν καθιστοῦν ἀναμφισβήτητα καὶ γιὰ πάντα Ἑλληνικό.
Σεβαστοὶ πατέρες καὶ ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, ἂς εὐχηθοῦμε στοὺς ἡγέτες τῶν Ἐθνῶν σὲ ὅλο τὸν κόσμο, μὰ πρωτίστως τῆς Πατρίδος μας, στοὺς νῦν διῶκτες τῶν Χριστιανῶν, τοὺς σημερινοὺς «Φαρισαίους», νὰ τοὺς ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ γευτοῦν ἕνα ἴχνος τῆς πορείας πρὸς τὴ Δαμασκὸ, κι ἂς γίνουν τὰ τραγικὰ γεγονότα τῶν τελευταίων ἡμερῶν ἀφορμὴ μετανοίας. Ἂς εἶναι καὶ πάλι ἡ Μακεδονία μας ὁ λόγος καὶ ἡ ἀφετηρία, αὐτὴ τὴ φορὰ γιὰ ἀλλαγή, διόρθωση σφαλμάτων, ἐπανόρθωση, μεταστροφὴ κι ἐπιστροφὴ σὲ μιὰ Ἑλλάδα Ὀρθόδοξη Χριστιανική, στὴν Ἑλλάδα τῆς οἰκογένειας, τῶν ἠθῶν, τῶν θεσμῶν, τῆς πίστης, τῆς παράδοσης, τοῦ πνεύματος, τοῦ πολιτισμοῦ τοῦ διαχρονικοῦ. Ἂς εὐχηθοῦμε κάποιος ἄλλος Παῦλος νὰ κάνει καὶ πάλι τὴν ἀρχή, γιὰ τὴ Μακεδονία, τὴ μία, τὴν Ἑλληνική.
Καλὴ δύναμη.